Ελληνίδες ερευνήτριες ανακαλύπτουν ορμόνη που καταστέλλει την όρεξη

Ελληνίδες ερευνήτριες ανακαλύπτουν ορμόνη που καταστέλλει την όρεξη

Η λιποκαλίνη 2, μια ορμόνη που εκκρίνεται από τα κύτταρα των οστών, καταστέλλει την όρεξη σε ποντίκια, ανακάλυψαν επιστήμονες με επικεφαλής δύο Ελληνίδες ερευνήτριες.  Τα ευρήματα της μελέτης που σας παρουσιάζει εδώ το itrofi.gr, τα οποία αποκαλύπτουν ένα νέο μηχανισμό για τη ρύθμιση της πρόσληψης τροφής και του σακχάρου στο αίμα, μπορεί να οδηγήσουν στην ανάπτυξη νέων θεραπειών για την παχυσαρκία, τον διαβήτη τύπου 2, και άλλες μεταβολικές διαταραχές.

Μια ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης με επικεφαλής την Σταυρούλα Κουστένη,  αναπληρώτρια καθηγήτρια και βοηθό της την ερευνήτρια Ιωάννα Μόσιαλου του τμήτματος Φυσικολογίας και Κυτταρικής Βιοφυσικής του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου ανακάλυψαν ότι μια ορμόνη που εκκρίνεται από τα οστά, που ονομάζεται λιποκαλίνη 2 (LCN2), καταστέλλει την όρεξη στα ποντίκια. Τα αποτελέσματα, που δημοσιεύθηκαν στις 8 Μαρτίου στο Nature, δείχνουν ότι η LCN2 διαπερνά το φράγμα αίματος-εγκεφάλου των ποντικών και δεσμεύει έναν υποδοχέα στον υποθάλαμο. Η ομάδα βρήκε επίσης μια σύνδεση μεταξύ του σωματικού βάρους και των επιπέδων της LCN2 σε άτομα με διαβήτη τύπου 2.

«Τα τελευταία χρόνια, μελέτες του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Columbia (CUMC) και άλλων έχουν δείξει ότι τα οστά είναι ένα ενδοκρινικό όργανο και παράγουν ορμόνες που επηρεάζουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου, την ισορροπία της γλυκόζης, τη λειτουργία των νεφρών και την ανδρική γονιμότητα», είπε η Δρ. Κουστένη. «Τα ευρήματά μας πρόσθεσαν μια κρίσιμη νέα λειτουργία των ορμονών του οστού σε αυτή τη λίστα, την καταστολή της όρεξης κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε μια εντελώς νέα προσέγγιση για τη θεραπεία των μεταβολικών διαταραχών.” Το 2007, μια ομάδα του CUMC ήταν η πρώτη που ανακάλυψαν ότι τα οστά είναι ένα ενδοκρινικό όργανο που ρυθμίζει το μεταβολισμό μέσω της απελευθέρωσης μιας ορμόνης που ονομάζεται οστεοκαλσίνη. «Υποθέσαμε ότι υπήρχαν πρόσθετες ορμόνες των οστών που ρυθμίζουν το μεταβολισμό, αφού άλλα ενδοκρινή όργανα που επηρεάζουν το μεταβολισμό συνήθως το κάνουν μέσω πολλαπλών ορμονών” είπε η Δρ. Kουστένη.  Οι πρώτες ενδείξεις για την ύπαρξη μιας δεύτερης ορμόνης ήρθαν το 2010, όταν η Δρ Κουστένη ανακάλυψε ότι η απενεργοποίηση ενός γονιδίου που ονομάζεται FOXO1 σε οστεοβλάστες ποντικών (κύτταρα που σχηματίζουν οστά) έκανε τα ποντίκια να τρώνε λιγότερο και βελτίωσε την ισορροπία της γλυκόζης τους. “Δεδομένου ότι η οστεοκαλσίνη δεν ρυθμίζει την όρεξη, ξέραμε ότι μια δεύτερη ορμόνη οστών έπρεπε να συμμετέχει σε αυτή τη διαδικασία», δήλωσε η Ελληνίδα ερευνήτρια.

Στην παρούσα μελέτη, οι ερευνητές του CUMC απέδειξαν ότι οστεοβλάστες με ανεπάρκεια του γονιδίου FOXO1 παρουσιάζουν ασυνήθιστα υψηλές ποσότητες μιας πρωτεΐνης που ονομάζεται λιποκαλίνη 2. Η πρωτεϊνη αυτή θεωρείτο πιο παλιά ότι εκκρινόταν κυρίως από τα λιποκύτταρα και ότι συνέβαλε στην παχυσαρκία. Αλλά οι ερευνητές απέδειξαν, χρησιμοποιώντας ποντίκια που δεν θα μπορούσαν να παράγουν λιποκαλίνη από τα λιποκύτταρα, ότι η λιποκαλίνη 2 κυρίως εκκρίνεται από οστεοβλάστες και μειώνει την όρεξη και το βάρος.

Η Δρ Κουστένη και η ομάδα της διαπίστωσε επίσης ότι λιποκαλίνη 2 διασχίζει το φράγμα αίματος-εγκεφάλου. Στον εγκέφαλο, η πρωτεΐνη δεσμεύει και ενεργοποιεί τον υποδοχέα των νευρώνων της μελανοκορτίνης 4 (MC4R) στον υποθάλαμο, την πρωτογενή περιοχή του εγκεφάλου που ρυθμίζει την όρεξη.  Οι νευρώνες MC4R είναι γνωστό ότι εμπλέκονται στην καταστολή της όρεξης. “Ελπίζουμε ότι η λιποκαλίνη 2 θα μπορούσε να έχει τα ίδια αποτελέσματα στον άνθρωπο, και ότι τα ευρήματά μας μπορεί να μεταφραστούν στην ανάπτυξη θεραπειών για την παχυσαρκία και άλλων μεταβολικών διαταραχών” συμπλήρωσε η  Δρ Κουστένη. Αρχικά ευρήματα σε ανθρώπους είναι ενθαρρυντικά. Σε μια ανάλυση ασθενών με διαβήτη τύπου 2, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα επίπεδα της λιποκαλίνης 2 στο αίμα συσχετίζονταν αντίστροφα με το σωματικό βάρος και τα επίπεδα A1c  στο αίμα, ενός δείκτη του σακχάρου στο αίμα. “Με άλλα λόγια, οι ασθενείς με υψηλότερα επίπεδα 2 λιποκαλίνης είχαν χαμηλότερο σωματικό βάρος και καλύτερη ισορροπία της γλυκόζης,” εξήγησε η Ελληνίδα ερευνήτρια.
Πηγή:itrofi.gr